ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Kernenergie
Ελληνικά : Ατομική ενέργεια, Πυρηνική ενέργεια
Αγγλικά : Atomic energy, Nuclear power
Γαλλικά : Énergie atomique, Énergie nucléaire
Επιστροφή