ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Fluctuating
Ελληνικά : Ασταθής, Κυμαινόμενος
Γαλλικά : Fluctuant
Γερμανικά : Instabil, Schwankend
Επιστροφή