|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Associate
- Ελληνικά : Εταίρος, Μέλος (ένωσης, σωματείου), Συνεργάτης, Συνεταίρος
- Γαλλικά : Affilié (groupe), Associé/e, Collaborateur/trice
- Γερμανικά : Mitarbeiter, Partner, Teilhaber
Επιστροφή