ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Fertiliser
Ελληνικά : Βελτιώνω το έδαφος (με λιπάσματα)
Αγγλικά : Fertilize (to)
Γερμανικά : verbessern Boden (mit Dünger)
Επιστροφή