ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Γυναίκα (Γυναίκες)
Αγγλικά : Woman (women)
Γαλλικά : Femme(s)
Γερμανικά : Frau (Frauen)
Επιστροφή