ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Housewife
Ελληνικά : Νοικοκυρά
Γαλλικά : Femme au foyer
Γερμανικά : Hausfrau
Επιστροφή