|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Carry out a search (to)
- Ελληνικά : Διεξάγω έρευνα, Ερευνώ, Κάνω έρευνα
- Γαλλικά : Faire une perquisition, Perquisitionner
- Γερμανικά : Betreiben Forschung, Erforschen, Nachforschung anstellen
Επιστροφή