ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Faire un pèlerinage
Ελληνικά : Κάνω ένα προσκύνημα
Αγγλικά : Go on a pilgrimage (to)
Γερμανικά : Pilgern
Επιστροφή