ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Faire des provisions
Ελληνικά : Κάνω προμήθειες
Αγγλικά : Stock up (to)
Γερμανικά : Vorräte anlegen
Επιστροφή