|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Go bankrupt (to)
- Ελληνικά : Κηρύσσω πτώχευση, Πτωχεύω, Χάνω πολλά λεφτά, Χρεωκοπώ
- Γαλλικά : Faire banqueroute, Faire faillite, Faire le plongeon
- Γερμανικά : Bankrott gehen, Bankrottgehen, Bankrottgehn, Ich verliere eine Menge Geld
Επιστροφή