ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Workmanship
Ελληνικά : Εργασία φασόν
Γαλλικά : Façon (qualité de travail)
Γερμανικά : Verarbeitung
Επιστροφή