ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
im Exil leben
Ελληνικά : Εξόριστος
Αγγλικά : Exile
Γαλλικά : Exilé (n)
Επιστροφή