ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Expirer
Ελληνικά : Εκπνέω, Λήγω
Αγγλικά : Expire (to), Run out (to)
Γερμανικά : Ablaufen, ausatmen, Enden
Επιστροφή