ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Expérimenté
Ελληνικά : Έμπειρος, Πεπειραμένος
Αγγλικά : Experienced
Γερμανικά : erfahren
Επιστροφή