ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Υφιστάμενος
Αγγλικά : Existing, Subordinate
Γαλλικά : Existant, Sous-ordre (n.), Subordonné (employé)
Γερμανικά : Unterstellte, Vorhanden
Επιστροφή