ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Εξόριστος
Αγγλικά : Deportee, Exile, Outlaw
Γαλλικά : Déporté, Exilé (n), Proscrit(e) (n)
Γερμανικά : Abschiebener, im Exil leben, Verbannt
Επιστροφή