ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Sworn
Ελληνικά : Ορκωτός
Γαλλικά : Assermenté
Γερμανικά : Geschworene
Επιστροφή