ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Être plafonné à
Ελληνικά : Έχω πλαφόν
Αγγλικά : Have a ceiling of (to)
Γερμανικά : Plafond haben
Επιστροφή