ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Stretch out (to)
Ελληνικά : Εξαπλώνομαι
Γαλλικά : Étendre (s')
Γερμανικά : Ausbreiten
Επιστροφή