ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Hilfe leisten
Ελληνικά : Παρέχω βοήθεια
Αγγλικά : Give somebody assistance (to)
Γαλλικά : Porter secours
Επιστροφή