ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Πάτωμα
Αγγλικά : Floor, Ground, Storey
Γαλλικά : Étage, Parquet, Plancher, Sol
Γερμανικά : Boden
Επιστροφή