|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Test (to)
- Ελληνικά : Διεξάγω πείραμα, Δοκιμάζω, Προσπαθώ, Τεστάρω, Υποβάλλω σε τεστ
- Γαλλικά : Essayer, Expérimenter, Tester (un produit)
- Γερμανικά : Experimente durchführen, Testen , Versuchen, Vorlegen ein Test
Επιστροφή