ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Équiper
Ελληνικά : Εξοπλίζω, Εφοδιάζω
Αγγλικά : Equip (to), Fit out (to)
Γερμανικά : Ausrüsten, Ausstatten
Επιστροφή