ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Handwerker
Ελληνικά : Μάστορας, Τεχνίτης, Χειροτεχνικός
Αγγλικά : Craft industry, Craftsman, Handyman
Γαλλικά : Artisan, Artisanal, Bricoleur, Compagnon (ouvrier)
Επιστροφή