ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Run out (to)
Ελληνικά : Εκπνέω, Εξαντλούμαι, Λήγω
Γαλλικά : Épuiser (s'), Expirer
Γερμανικά : ausatmen, Auslaufen, Enden
Επιστροφή