ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Épargnant
Ελληνικά : Αποταμιευτής
Αγγλικά : Saver
Γερμανικά : Sparer
Επιστροφή