ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Haben Streik
Ελληνικά : Κάνω απεργία
Αγγλικά : Strike (to)
Γαλλικά : Faire grève
Επιστροφή