ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Entrer en fonction(s)
Ελληνικά : Αναλαμβάνω καθήκοντα
Αγγλικά : Take up one's duties (to), Take up one's office (to)
Γερμανικά : Aufgaben übernehmen
Επιστροφή