ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Commodity
Ελληνικά : Είδος, Εμπόρευμα, Προϊόν
Γαλλικά : Article (marchandise), Marchandise
Γερμανικά : Art, Produkt, Ware
Επιστροφή