ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Entrer
Ελληνικά : Εισάγω, Εισέρχομαι
Αγγλικά : Enter (to)
Γερμανικά : Eingeben, Eingehen
Επιστροφή