ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Warehouse
Ελληνικά : Αποθήκη
Γαλλικά : Entrepôt, Magasin (entrepôt)
Γερμανικά : Lager, Lagern
Επιστροφή