ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Gründstück
Ελληνικά : Οικόπεδο
Αγγλικά : Building land
Γαλλικά : Bâtir (terrain à)
Επιστροφή