ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Οδοκαθαριστής
Αγγλικά : Street sweeper
Γαλλικά : Employé de la voirie
Γερμανικά : Strassenputzer
Επιστροφή