|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Εγκαθίσταμαι
- Αγγλικά : Establish (to), Move in (to), Set up (to), Settle (to), Settle in (to)
- Γαλλικά : Emménager, Implanter (s'), Installer (s'), Sédentariser
- Γερμανικά : begleichen, Beziehen, einziehen, Etablieren, Niederlassen
Επιστροφή