ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Arpent
Ελληνικά : Στρέμμα
Αγγλικά : Arpent
Γερμανικά : Acre
Επιστροφή