ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Rise (to)
Ελληνικά : Ανέρχομαι, Ανυψώνω, Υψώνομαι
Γαλλικά : Élever (s') (se dresser), Élever dans la société (s')
Γερμανικά : heben, hinaufgehen, sich auflehnen
Επιστροφή