ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Écroulé
Ελληνικά : Γκρεμισμένος, Ερειπωμένος
Αγγλικά : Half-ruined
Γερμανικά : ruiniert, zerstört
Επιστροφή