ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Writing
Ελληνικά : Γραμμένος, Γραπτό
Γαλλικά : Écrit, Écrit (n)
Γερμανικά : geschrieben
Επιστροφή