ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Αυξάνω
Αγγλικά : Grow (to), Increase (to), Raise (to)
Γαλλικά : Accroître, Croître, Grossir, Relever
Γερμανικά : Anheben, Aufwachsen, Erhöhen, Erhöht, Wachsen
Επιστροφή