ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Gelegenheit
Ελληνικά : Ευκαιρία
Αγγλικά : Bargain, Used
Γαλλικά : Occasion (bonne affaire), Occasion (d')
Επιστροφή