ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Φωτίζω
Αγγλικά : Light (to)
Γαλλικά : Éclairer
Γερμανικά : Beleuchten
Επιστροφή