ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Échouer
Ελληνικά : Αποτυγχάνω, Χρεοκοπώ
Αγγλικά : Fail (to)
Γερμανικά : Bankrottgehen, Missglücken
Επιστροφή