ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Geld sammeln
Ελληνικά : Αντλώ κεφάλαια, Εισπράττω χρήματα
Αγγλικά : Collect (to) money, Raise funds (to)
Γαλλικά : Collecter (de l'argent), Recevoir de l'argent
Επιστροφή