ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Échelonnement
Ελληνικά : Διαβάθμιση, Διάδοση, Κλιμάκωση
Αγγλικά : Grading, Spreading out
Γερμανικά : Einstufung, Skalierung, Verbreitung
Επιστροφή