ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Durabilité
Ελληνικά : Βιωσιμότητα, Διάρκεια
Αγγλικά : Durability
Γερμανικά : Dauer, Lebensfähigkeit
Επιστροφή