ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
anbieten
Ελληνικά : Κάνω κοστολόγηση
Αγγλικά : Make an offer (to)
Γαλλικά : Faire une proposition chiffrée
Επιστροφή