ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Τεκμηριωμένος
Αγγλικά : Grounded, Well documented
Γαλλικά : Documenté (bien), Fondé
Γερμανικά : Dokumentiert
Επιστροφή