ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Forstwirtschaftbetrieb
Ελληνικά : Δασοκομική εκμετάλλευση
Αγγλικά : Forestry development (a)
Γαλλικά : Exploitation forestière
Επιστροφή