ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Divertir
Ελληνικά : Διασκεδάζω, Ψυχαγωγώ
Αγγλικά : Divert (to), Entertain (to)
Γερμανικά : amüsieren, erholen
Επιστροφή