ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Diverger
Ελληνικά : Αποκλίνω, Διαφέρω
Αγγλικά : Differ (to), disagree (to), Divert (to)
Γερμανικά : Abweichen, divergieren
Επιστροφή